Με την 84/2011 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε άκυρη ως καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας μισθωτής, η οποία έλαβε χώρα λόγω της μη ανταπόκρισης της τελευταίας στο συνεχές και επίμονο φλερτ του Διευθυντή της. Η μισθωτή προσέφερε την εργασία της στη "Ζυθοποιΐα Μύθος". Τον Αύγουστο του έτους 2003 προσλήφθηκε στην εταιρία νέος Διευθυντής Προσωπικού, ο οποίος από την αρχή της παρουσίας του εκδήλωσε απέναντι στην συγκεκριμένη εργαζόμενη μια ιδιότυπη και διαφορετική από τη συνηθισμένη σε χώρους εργασίας υπηρεσιακή συμπεριφορά.
Συγκεκριμένα, την προσέγγισε εξαρχής και την αντιμετώπιζε με υπερβολικά "φιλικό" τρόπο και με άκρως κολακευτικά σχόλια για την παρουσία της ως γυναίκα και κυρίως για την εξωτερική εμφάνισή της. Σε καθημερινή βάση και πολλές φορές ημερησίως με διάφορα προσχήματα προσερχόταν στον χώρο εργασίας της και με τη συμπεριφορά του και τη φυσική παρουσία του προσπαθούσε να έχει συνεχή επικοινωνία μαζί της, τονίζοντας τη θέση του στην ιεραρχία της εταιρίας, χωρίς να υφίστανται αντικειμενικοί υπηρεσιακοί λόγοι.
Η διαρκής παρουσία και οι συνεχείς κολακευτικοί χαρακτηρισμοί του Προϊσταμένου της έφεραν την εργαζόμενη πολλές φορές σε δύσκολη θέση και αμηχανία, λόγω της καθημερινής τους συχνότητας, ξέφευγαν από τα όρια της ευγένειας ή της συναδελφικότητας και χωρίς να αγγίζουν τα όρια της προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της δημιουργούσαν έντονο πρόβλημα επικοινωνίας και ανασφάλειας, αφού η συμπεριφορά του αφενός δεν αφορούσε την εργασία της και αφετέρου την έκανε να ενεργεί ως αμυνόμενη σε διαρκή πίεση και σε κάθε περίπτωση της αποσπούσε αναίτια και χωρίς να το επιθυμεί το ενδιαφέρον από την εργασία της, ενώ παράλληλα αποτέλεσε αφορμή για δημιουργία ψιθύρων και σχολίων από συναδέλφους που είχαν αντιληφθεί τον Προϊστάμενο να της απευθύνει φιλοφρονήσεις.
Λόγω της σοβαρότατης ψυχολογικής πίεσης που αισθανόταν και του ισχυρότατου εργασιακού στρες και ευρισκόμενη σε αδιέξοδο, εξομολογήθηκε την κατάστασή της στον σύζυγό της και στο οικογενειακό της περιβάλλον, πλην όμως αποφάσισαν με τον σύζυγό της να μη διαμαρτυρηθούν στη διοίκηση της εταιρείας, αλλά να παραμείνει αφοσιωμένη στα υπηρεσιακά της καθήκοντα. Περί τα μέσα Οκτωβρίου 2003 κατέστησε σαφές με ευπρεπή αλλά κατηγορηματικό τρόπο στον Διευθυντή Προσωπικού ότι το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η οικογένεια και η εργασία της και τίποτε άλλο. Έκτοτε ο τελευταίος άλλαξε συμπεριφορά απέναντί της και άρχισε να δημιουργεί αδικαιολόγητα διάφορα προβλήματα κατά την άσκηση των καθηκόντων της και να την αντιμετωπίζει με τρόπο εχθρικό και προσβλητικό. Ήταν προφανές ότι η αιτία της αλλαγής αυτής στη συμπεριφορά του οφειλόταν σε εμπάθεια απέναντί της λόγω της απόρριψης και απόκρουσης του "ενδιαφέροντός" του.
Έτσι, στις 26-1-2004, λόγω δεκαπεντάλεπτης καθυστέρησης εξαιτίας οικογενειακού της προβλήματος την κάλεσε σε απολογία και την υποχρέωσε να υπογράψει έγγραφη δήλωση, σαν να επρόκειτο για σοβαρότατο πειθαρχικό παράπτωμα. Κατά μήνα Μάιο του 2004 η εργαζόμενη αναγκάσθηκε να απευθυνθεί στον Πρόεδρο του Δ.Σ. της εταιρίας, στον οποίο ανέφερε το πρόβλημά της και ζήτησε την προστασία του. Ο τελευταίος την καθησύχασε και τη διαβεβαίωσε κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με την εργασία της και γενικότερα με την παρουσία της στην εταιρία και ότι θα προβεί σε συστάσεις στον προϊστάμενό της και Διευθυντή Προσωπικού. Η προφορική αναφορά της εργαζόμενης στον Πρόεδρο του Δ.Σ. και οι συστάσεις που αυτός του απηύθυνε εξόργισαν τον Διευθυντή Προσωπικού, ο οποίος έπαψε μεν να την ενοχλεί αλλά ανέμενε την κατάλληλη ευκαιρία για να εκδηλώσει την εμπάθειά του προς το πρόσωπό της. Αυτό συνέβη ευθύς μόλις η πλειοψηφία των μετοχών περιήλθε σε Αγγλική εταιρεία και άλλαξε ο Γενικός Δ/ντης της εταιρίας. Τότε ο Διευθυντής Προσωπικού εισηγήθηκε στον Γενικό Διευθυντή την απόλυσή της εργαζόμενης, που πραγματοποιήθηκε στις 25-10-2004.
Σύμφωνα με την απόφαση, η απόλυσή έλαβε χώρα εξαιτίας της εμπάθειας του Διευθυντή Προσωπικού και Προϊσταμένου της μισθωτής, καθόσον δεν του ήταν πλέον αρεστή "εξαιτίας της προσπάθειας που κατέβαλε για να διαφυλάξει την ηθική της υπόσταση" και της απόκρουσης του ερωτικού του ενδιαφέροντος. Έτσι θεωρήθηκε άκυρη ως αντιβαίνουσα στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ.
Σύμφωνα με την απόφαση, η απόλυσή έλαβε χώρα εξαιτίας της εμπάθειας του Διευθυντή Προσωπικού και Προϊσταμένου της μισθωτής, καθόσον δεν του ήταν πλέον αρεστή "εξαιτίας της προσπάθειας που κατέβαλε για να διαφυλάξει την ηθική της υπόσταση" και της απόκρουσης του ερωτικού του ενδιαφέροντος. Έτσι θεωρήθηκε άκυρη ως αντιβαίνουσα στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου