Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Δικαίωση για stagiaires από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)

ΜΠρΑθ (ΑσφΜ) 6920/2010

Διαδοχικές συμβάσεις κατάρτισης-απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ορισμένου χρόνου μέσω του ΟΑΕΔ (stage) - Άρση κατάχρησης με θεώρηση των συμβάσεων ως αορίστου χρόνου -  Έννοια εργοδότη - Υποχρέωση προσωρινής αποδοχής της εργασίας μισθωτού

Με την ανωτέρω απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κρίθηκε ότι μολονότι οι αιτούσες προσλήφθηκαν με σκοπό την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας στο πλαίσιο σύμβασης κατάρτισης-απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ορισμένου χρόνου μέσω του ΟΑΕΔ, στην πραγματικότητα απασχολήθηκαν από το καθ’ ού Ελληνικό Δημόσιο για την κάλυψη συνήθων, τρεχουσών και απολύτως τακτικών αναγκών αυτών, προβλέψιμων και υπαρχουσών μόνιμης, διαρκούς και πάγιας προοπτικής, συναρτώμενες και σχετικές με τις ανάγκες που εξυπηρετεί παράλληλα και το μόνιμο προσωπικό των υπηρεσιών του. Παρά ταύτα το καθ’ ού απασχολούσε τις αιτούσες με διαδοχικές συμβάσεις κατάρτισης-απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ορισμένου χρόνου. Ούτε είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι η μακροχρόνια απασχόλησή τους είχε σκοπό μόνο την επαγγελματική τους κατάρτιση, τη μαθητεία, την ένταξη ή την επανεκπαίδευσή τους. Κρίθηκε ότι η πραγματική φύση της απασχόλησής τους ήταν αυτή της εξαρτημένης εργασίας με όλες τις περαιτέρω συνέπειες του στοιχείου της εξάρτησης (μισθολογικές, ασφαλιστικές, συνταξιοδοτικές κλπ), ώστε οι εν λόγω καταρτισθείσες συμβάσεις στις οποίες προέχει το στοιχείο παροχής εργασίας δεν δύνανται να εξαιρεθούν από την Οδηγία 1999/70/ΕΚ. Κρίθηκε ότι δεδομένου ότι η εργασία των αιτουσών παρεχόταν υπό συνθήκες εξαρτημένης εργασίας και εφόσον στην πραγματικότητα οι ανάγκες που κάλυπταν ήταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, δεν υφίστατοαντικειμενικός λόγος για την ανανέωση των «ορισμένου χρόνου» συμβάσεων ή σχέσεων τους, τέτοια δε, χωρίς αντικειμενικό λόγο, ανανέωση συνιστά κατάχρηση, και σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 π.δ. 164/2004. Για την άρση της εν λόγω κατάχρησης πρέπει να θεωρηθούν οι συμβάσεις αυτές ως αορίστου χρόνου. Πιθανολογήθηκε ότι εργοδότης των αιτουσών δεν είναι ο ΟΑΕΔ αλλά το καθ’ ού Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο αξιοποιεί την εργασία των αιτουσών καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες του και ασκείεπ’ αυτών το διευθυντικό δικαίωμα. Πιθανολογήθηκε η ύπαρξη επείγουσας περίπτωσης και επικείμενου κινδύνου για τις αιτούσες από τη μη συνέχιση της εργασιακής τους σχέσης με το καθ’ ού καθόσον, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως από το παρόν δικαστήριο, επί της κύριας αγωγής που θα ασκήσουν, θα αποστερούνται του τακτικού τους μισθού, που αποτελεί και το μοναδικό μέσο βιοπορισμού τους, ενόψει μάλιστα και των επικρατουσών, όχι ευνοϊκών στην αγορά εργασίας σήμερα συνθηκών. Διαταγή ως ασφαλιστικού μέτρου να υποχρεωθεί το καθ’ ού να αποδέχεται προσωρινά τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες των αιτουσών, άλλως να απειληθεί σε βάρος του χρηματική ποινή ορισμένου ποσού για κάθε μέρα άρνησής του να αποδέχεται τις υπηρεσίες τους.

Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Δικαίωση Συμβασιούχου σε πρώτο βαθμό

Το Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας δικαίωσε συμβασιούχο του ΟΤΕΚ (Οργανισμός Τουριστικής Εκπαίδευσης και Διαχείρισης), η οποία προσέφυγε στα δικαστήρια για να μην απολυθεί, υποστηρίζοντας ότι επί χρόνια κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες στον Οργανισμό, όπου εργαζόταν ως θυρωρός. 
Το Δικαστήριο δέχθηκε τους ισχυρισμούς της συμβασιούχου επισημαίνοντας σχετικά στο κείμενο της απόφασης ότι “από την πρόσληψή της μέχρι σήμερα, η ενάγουσα προσέφερε τις υπηρεσίες της σύμφωνα με τις εντολές του οργανισμού, στον καθοριζόμενο τόπο και χρόνο, υπό την επίβλεψη και την πλήρη εποπτεία του και απασχολούμενη όπως το λοιπό μόνιμο προσωπικό του. Η εργασία που παρείχε από το είδος και τη φύση της είχε διαρκή, μόνιμο και σταθερό χαρακτήρα, κάλυπτε δε ανάγκες του εναγόμενου που δεν ήταν προσωρινές ή απρόβλεπτες, αλλά πάγιες και διαρκείς. Οι συμβάσεις της ανανεώνονταν συνεχώς και διαδοχικά, αυτή προσέφερε τις υπηρεσίες της ανελλιπώς και αδιάκοπα και ο οργανισμός αποδεχόταν αυτές χωρίς εναντίωση”.
Επιπλέον, το Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι οι εν λόγω διαδοχικές συμβάσεις της εργαζόμενης υποκρύπτουν μία ενιαία σύμβαση αορίστου χρόνου. Επί του θέματος θα αποφανθεί ο Άρειος Πάγος τον Σεπτέμβριο. 
(Πηγή: www.lawnet.gr)

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Συμβασιούχοι Υουργείου Πολιτισμού - Αναγνώριση συμβάσεων ως αορίστου χρόνου, Κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών




Απόφαση-πιλότο για συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, των οποίων οι συμβάσεις έληξαν, εξέδωσε το Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας, καθώς με αφορμή προσφυγή 27 συμβασιούχων του υπουργείου Πολιτισμού έκρινε ότι το υπουργείο θα πρέπει να αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία τους και να τους καταβάλλει τις αποδοχές τους έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της κύριας αγωγής.


Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση-πρόκριμα, οι εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις έληξαν κάλυπταν επί της ουσίας πάγιες και διαρκείς ανάγκες, ωστόσο το υπουργείο τούς απασχολούσε με αλυσιδωτές συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
«Οι συμβάσεις, αν και δεν ήταν συνεχείς αλλά μεσολαβούσε κενό χρονικό διάστημα μεταξύ τους, καταδεικνύουν ότι με τις ανωτέρω ειδικότητες εργάστηκαν καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες του καθ' ου, δεδομένου ότι τα καθήκοντά τους δεν σχετίζονταν με εποχικές ανάγκες», αναφέρεται στην απόφαση.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο αναφέρεται στο σκεπτικό του στην οδηγία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (1990/70 ΕΚ) με την οποία επιδιώκεται η καθιέρωση πλαισίου προκειμένου να αποτραπεί η κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή εργασιακών σχέσεων ορισμένου χρόνου. Ερμηνεύοντας την οδηγία έκρινε ότι όσο το εσωτερικό δίκαιο του κράτους-μέλους δεν περιλαμβάνει άλλα αποτελεσματικά μέτρα για την αποφυγή κατάχρησης διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, η κοινοτική οδηγία αποκλείει την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας που απαγορεύει τη μετατροπή σε αορίστου χρόνου των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου, οι οποίες καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Ως εκ τούτου, καταλήγει η απόφαση, «η θέσπιση χρονικών κριτηρίων» που θέτει το διάταγμα Παυλόπουλου «συνιστά μείωση της προστασίας των εργαζομένων».
(Πηγή: www.enet.gr)

Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

Αντισυνταγματική η απόλυση στελεχών ΝΠΙΔ χωρίς αποζημίωση


Το Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. 808/2010 απόφασή του έκρινε αντισυνταγματική την διάταξη του άρθρου 10 του Ν. 3260/2004 που προβλέπει ότι μπορούν να απολυθούν πριν τη λήξη της θητείας τους και χωρίς αποζημίωση τα στελέχη των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), τα οποία ανήκουν στο κράτος ή το κράτος έχει το 51%.
Όμως το Εργατικό Τμήμα λόγω της αντισυνταγματικότητας παρέπεμψε προς οριστική κρίση το ζήτημα στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Το εν λόγω Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε ότι είναι αντίθετη στο άρθρο 5 του Συντάγματος η διάταξη του Ν. 3260/2004 που προβλέπει την λήξη της θητείας των στελεχών των ΝΠΙΔ που απασχολούνται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης. Η επίμαχη ρύθμιση του Ν. 3260/2004, σύμφωνα με την απόφαση του ΑΠ, θίγει την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της οικονομικής ελευθερίας, ήτοι την ελευθερία της συμβάσεως.
Τον Δεκέμβριο του 2002 καταρτίστηκε σύμβαση ιδιωτικού δικαίου εξηρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης ορισμένου χρόνου για μία τριετία (9.12.2002 - 8.12.2005), μεταξύ του ΚΕΘΙ και του Ι.Δ στον οποίο ανατέθηκαν καθήκοντα διευθυντή Επαγγελματικής Κατάρτισης.
Με τη σύμβαση προβλέφθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης, πριν τη λήξη της από την πλευρά του ΚΕΘΙ, ο εργαζόμενος δικαιούται την αποζημίωση που προβλέπει η εργατική νομοθεσία, δηλαδή τις αποδοχές των μηνών που υπολείπονται μέχρι τη λήξη της σύμβασης.
Τον Σεπτέμβριο του 2004 καταγγέλθηκε η σύμβαση από την πλευρά του ΚΕΘΙ το οποίο επικαλέστηκε το Ν. 3260/2004 και απόφαση του υπουργού Εσωτερικών με την οποία ορίστηκε νέα διευθύντρια επαγγελματικής κατάρτισης στο Κέντρο.
(Πηγή: www.kathimerini.gr)

Τρίτη 11 Μαΐου 2010

Απόφαση σταθμός για τους συμβασιούχους και το "Διάταγμα Παυλόπουλου"


Απόφαση που ανατρέπει τα δεδομένα πήρε το Πρωτοδικείο Αθηνών σχετικά με το θέμα των συμβασιούχων και το ΠΔ 164/04 , γνωστό και ως «διάταγμα Παυλόπουλου».
Το Πρωτοδικείο Αθηνών εφαρμόζοντας την υπόδειξη του ΔΕΚ να κρίνεται κατά περίπτωση από τα ελληνικά δικαστήρια εάν το ΠΔ 164/04 προσέφερε αποτελεσματική προστασία στους συμβασιούχους, έκρινε ότι με το ΠΔ υπήρξε υποβάθμιση της προστασίας που παρείχε μέχρι τότε ο ν. 2112/20 που «τιμωρούσε» την καταχρηστική σύναψη διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου με τη δικαστική μετατροπή τους σε αορίστου χρόνου.
Η δικαστική απόφαση δικαίωσε συμβασιούχο, καταλήγοντας ότι η μόνη αποτελεσματική προστασία του διασφαλίζεται με τον ν. 2112/20 και την αναγνώριση ότι στην πραγματικότητα κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες, οπότε η σύμβαση εργασίας είχε μετατραπεί από ορισμένου σε αορίστου χρόνου.
Με την απόφαση ακυρώνεται η απομάκρυνσή του με τη λήξη της σύμβασης, ενώ παράλληλα αναγνωρίζεται ότι του οφείλονται μισθοί υπερημερίας ύψους 19.662,50 ευρώ, καθώς και αποζημίωση απόλυσης 4.875 ευρώ συν τους νόμιμους τόκους, απειλώντας μάλιστα με χρηματική ποινή 100 ευρώ για κάθε ημέρα που δεν θα γίνεται δεκτός στην εργασία του.
Σημειώνεται ότι η απόφαση αφορά σε συμβασιούχο «νέας γενιάς», που ξεκίνησε τις διαδοχικές συμβάσεις αρχές Ιουνίου του 2004, ακριβώς ενάμιση μήνα πριν να τεθεί σε ισχύ το ΠΔ 164/04, του οποίου δεν έκανε χρήση, αφού δεν υπέβαλε σχετική αίτηση μέσω των διατάξεών του, αλλά προτίμησε τη δικαστική οδό «μονιμοποίησης».
(Πηγή: www.tvxs.gr)

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Διπλασιάζεται το όριο των απολύσεων - σε δόσεις η αποζημίωση


Τη δυνατότητα να ανακαλέσουν την αίτηση συνταξιοδότησης και να επιστρέψουν στην εργασία τους, θα δίνει στους δημοσίους υπαλλήλους το νομοσχέδιο των μέτρων που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή. Σε συνέντευξη τύπου, ο Ανδρέας Λοβέρδος ξεκαθάρισε ότι το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί ύστερα από το υπουργικό συμβούλιο που προγραμματίζεται για την Πέμπτη ή την Παρασκευή.
Για να περιοριστεί το κύμα της πρόωρης συνταξιοδότησης στο δημόσιο, ο υπουργός Εργασίας ανακοίνωσε δύο ρυθμίσεις:
1. Όσοι έχουν ήδη καταθέσει αίτηση, θα μπορούν να την ανακαλέσουν μέσα σε έναν μήνα από την ψήφιση του νομοσχεδίου που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή
2. Με νόμο, θα κατοχυρώνονται τα δικαιώματα όσων έχουν ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα καθώς και όσων θα θεμελιώσουν μέσα στο 2010. Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούν να βγουν όποτε θέλουν στη σύνταξη χωρίς να υπάρξει αλλαγή στο όριο ηλικίας ή στον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης. Ο υπουργός σημείωσε επίσης ότι μετά το 2020 θα εξεταστεί το προσδόκιμο ζωής και αναλόγως θα καθορίζεται και η μείωση ή αύξηση στην παραμονή στην εργασία κατά 4 μήνες (ανά τρία χρόνια μεταβολής στο προσδόκιμο ζωής).
Για τα εργασιακά τόνισε ότι το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη βουλή και θα ψηφιστεί σήμερα περιέχει όλες τις αλλαγές. Υπογράμμισε ότι στο τελικό μνημόνιο με την "τρόικα" υπάρχει ρύθμιση για αύξηση του ορίου απολύσεων στις επιχειρήσεις άνω των 20 ατόμων από το 2% στο 4%
Για το θέμα της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης είπε ότι σκέψη του υπουργείου είναι ει δυνατόν να μην διαφοροποιηθεί το ύψος της, αλλά να δίνεται η δυνατότητα να καταβάλλεται σε ένα εξάμηνο, χωρίς προκαταβολή. Το τελικό ύψος της αποζημίωσης, θα καθοριστεί με προεδρικό διάταγμα το οποίο θα προετοιμάσουν οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας, αφού προηγηθούν οι διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων.
Για τον κατώτατο μισθό είπε ότι καθιερώνεται μαθητεία ενός έτους με μικρότερη αμοιβή, την οποία θα καλύπτει ο ΟΑΕΔ.
Για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις διαβεβαίωσε ότι δεν τίθεται θέμα κατάργησής τους, αλλά ρυθμίζεται ότι οι ρυθμίσεις των κλαδικών συμβάσεων μπορούν να τροποποιήσουν όχι μόνο προς το καλύτερο τις προβλέψεις της Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (κάτι που συνέβαινε μέχρι σήμερα) αλλά και προς το χειρότερο. Όποιος νομίζει ότι η συλλογική διαπραγμάτευση μπορεί να καταργηθεί με νόμο, αγνοεί το γεγονός ότι προστατεύεται από τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, υποστήριξε ο υπουργός.
Για το θέμα του ΛΑΦΚΑ διευκρίνισε ότι αυτός αφορά μόνο την κύρια σύνταξη και όχι την επικουρική και ότι η περικοπή θα αρχίσει από την 1η Αυγούστου. Πρόσθεσε ότι η παρακράτηση θα ισχύσει για τις κύριες συντάξεις άνω των 1.400 ευρώ.
Τόνισε ότι οι συντελεστές υπολογισμού της εισφοράς έχουν προσδιοριστεί στο 5%, στο 7% και στο 9% αλλά προσέθεσε ότι γίνονται συζητήσεις για μείωσή τους μετά και την περικοπή της 13ης και της 14ης σύνταξης σε όλα τα ταμεία.
Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο κ. Λοβέρδος υποστήριξε ότι η κυβέρνηση κατάφερε να διατηρήσει τον 13ο και τον 14ο μισθό στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και ένα ποσό από τη 13η και 14η σύνταξη των φτωχότερων στρωμάτων. Είπε, επίσης, ότι απαλείφθηκε την τελευταία στιγμή η ρύθμιση που προέβλεπε την άμεση επιβολή του νέου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων.
Διευκρίνισε επίσης ότι παραμένει στο 65ο, το γενικό όριο συνταξιοδότησης.
(Πηγή: www.enet.gr)

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

ΣτΕ: Συνταγματική η αλλαγή επωνύμου της συζύγου μετά το γάμο


Το Δ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ' αριθμ. 1044/2010 απόφασή του έκρινε ότι μπορεί η σύζυγος μετά το γάμο της να ζητήσει από τη νομαρχία την αλλαγή του επωνύμου της και την απόκτηση του επωνύμου του συζύγου της.
Ωστόσο, λόγω της σπουδαιότητας του συγκεκριμένου ζητήματος η υπόθεση παραπέμφθηκε στην αυξημένη επταμελή, σύνθεση του ίδιου Τμήματος προς οριστική κρίση.
Η αλλαγή του επωνύμου της συζύγου πριν την εφαρμογή του Ν. 3791/2008 ήταν δυνατή με απόφαση του νομάρχη κατόπιν αιτήσεως της ενδιαφερομένης. Μετά την ισχύ του Ν. 3719/2008 η αλλαγή του επωνύμου της συζύγου μπορεί να γίνει κατόπιν συμφωνίας των συζύγων με κοινή δήλωσή τους ενώπιον του ληξιάρχου.
Ειδικότερα, το ΣτΕ αναφέρει στη συγκεκριμένη απόφασή του ότι «το επώνυμο, ναι μεν αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, πλην η πρόσκτηση ή η αλλαγή του δεν απόκειται στην ιδιωτική βούληση, αλλά ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη, ως θέμα συναπτόμενο με την ασφάλεια των συναλλαγών και των εννόμων εν γένει σχέσεων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του ατόμου, χωρεί δε δια της διοικητικής οδού».
Ο νομάρχης όμως -συνεχίζει η απόφαση- «κατά την ενάσκηση της σχετικής του αρμοδιότητας οφείλει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, προπαντός να εκτιμά τους λόγους που επικαλείται ο αιτών τη μεταβολή του επωνύμου του και να αποφαίνεται ενόψει της σοβαρότητας των λόγων αυτών, εάν ενδείκνυται ή όχι η ζητούμενη μεταβολή, αιτιολογώντας ειδικά, από την άποψη αυτή, την απόφασή του».
Περαιτέρω, προσθέτει η απόφαση του ΣτΕ, «ναι μεν κατά το άρθρο 1388 του Αστικού Κώδικα, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 15 του ν. 1329/83 και πριν την συμπλήρωση του ανωτέρω άρθρου 15 με την προσθήκη σε αυτό τρίτης παραγράφου, δια του άρθρου 28 του ν. 3719/2008, ο γάμος δεν επάγεται μεταβολή του επωνύμου της συζύγου, ως προς τις έννομες σχέσεις αυτής, που δύναται πάντως να χρησιμοποιεί το επώνυμο του συζύγου της, με τη συναίνεσή του, στις κοινωνικές της σχέσεις, όμως, εκ τούτου ουδόλως έπεται, ότι αποκλείεται στην έγγαμη γυναίκα, μετά την τέλεση γάμου, να ζητήσει, κατά την διαδικασία και υπό τα προαπαιτούμενα του Ν. 2573/1953, την μεταβολή του επωνύμου της και την πρόσκτηση παρ' αυτής ως επωνύμου εκείνου του συζύγου της».
Και καταλήγει η δικαστική απόφαση: «Η ερμηνεία δ' αυτή μάλιστα παρίσταται επιβεβλημένη εν όψει και της συνταγματικής κατοχυρώσεως του δικαιώματος της ελευθέρας αναπτύξεως της προσωπικότητας (άρθρο 5), καθώς και της προστασίας του γάμου και της οικογένειας (άρθρο 21)».
Στο ΣτΕ είχε προσφύγει εκδότρια βιβλίων η οποία ζήτησε από τη Νομαρχία Αθηνών τη συμπλήρωση του επωνύμου της με το επώνυμο του συζύγου της, ισχυριζόμενη ότι μετά το γάμο της αντιμετωπίζει προβλήματα ταυτοπροσωπίας ενώπιον των αρχών της Ελβετίας, όπου διαμένει ο σύζυγός της, αλλά και στις σχέσεις της με τους πελάτες της στην επαγγελματική δραστηριότητά της.
Ο νομάρχης απέρριψε το αίτημά της και άσκησε προσφυγή ενώπιον του γενικού γραμματέα Περιφέρειας, η οποία και πάλι απερρίφθη με τον ισχυρισμό ότι οι λόγοι που προβάλλονται δεν αποτελούν εξαιρετική περίπτωση που να δικαιολογούν την αλλαγή, αλλά και οι αλλεπάλληλες αλλαγές αποτελούν καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος των πολιτών. Κατόπιν αυτών η εκδότρια προσέφυγε στο ΣτΕ.
Πηγή: www.kathimerini.gr 

ΓΝΜΔ ΕισΑΠ 2/10 - Υποχρεωτική η εκτέλεση των προσωρινών διαταγών για αποδοχή των υπηρεσιών των συμβασιούχων ΟΤΑ

Γνωμοδότηση υπ' αριθμ. 2/12.3.2010 του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Αθ.  Κονταξή

Σε σχέση με το ερώτημα σας που περιέχεται στο υπ' αριθμ. 2994/24.2.2010 έγγραφό σας, που 
περιέχει ζήτημα που αναφέρεται σε ερμηνεία ποινικής διάταξης, η αιτουμένη γνώμη μας έχει 
ως εξής:

Ι) Κατ' αρχήν στο άνω έγγραφό σας θεωρείτε -όχι ορθά βέβαια- ως δεδομένη την εκ μέρους 
σας παράβαση της παραγράφου 5 του άρθρου 21 νόμου 2190/1994 (όπως αντικαταστάθηκε με το 
άρθρο 8 παρ. 10 εδ. ε' ν. 2225/1994, Φ.Ε.Κ. 121, Α'). Προφανώς δεν είναι τέτοια η αληθής 
έννοια των αναφερομένων σ' αυτό, αλλ' ότι εσείς μεν θέλετε τηρήσει τον νόμο, ήτοι δεν 
θέλετε προβεί σε παράταση ή σύναψη νέας σύμβασης κατά το αυτό ημερολογιακό έτος ή σε 
μετατροπή της σύμβασης σε αορίστου χρόνου αυτών που έχουν νόμιμα προσληφθεί και συνεπώς 
θέλετε προβεί σε μη αποδοχή των υπηρεσιών αυτών με τις εντεύθεν συνέπειες, οι απολυμένοι 
δε θέλουν προβεί σε σχετικές προσφυγές στο αρμόδιο δικαστήριο με τη διαδικασία των 
ασφαλιστικών μέτρων και μέχρις εκδικάσεως της σχετικής αγωγής θέλουν επιτύχει την έκδοση 
προσωρινής διαταγής, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η αναφερόμενη σύγκρουση 
(υποχρεώσεων) και δη των άρθρων 21 παρ. 5 ν. 2190/1994 και 232Α Π.Κ.

Επομένως, ανεξάρτητα εάν είναι ή όχι δυνατή η έκδοση προσωρινής διαταγής στην άνω 
περίπτωση (βλ. σχετικώς Ζερδελή, Το Δίκαιο της καταγγελίας..., β' έκδ., 2002, σελ. 561 
επ.), θεωρείται αυτή δεδομένη. Η προσωρινή αυτή "απόφαση" έχει την έννοια της αναστολής 
εκτελέσεως της υπό κρίση συμπεριφοράς τού περί ου πρόκειται Δήμου μέχρις εκδόσεως της 
οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσης αιτήσεως. Επομένως, αυτή (αίτηση) μπορεί να έχει 
ως αίτημα την αποδοχή των υπηρεσιών των απολυθέντων, και έτσι η προσωρινή διαταγή την 
υποχρέωση του Δήμου να δεχθεί τις υπηρεσίες τού περί ου πρόκειται προσώπου.

Η προσωρινή αυτή διαταγή -αν και δεν παύει να αποτελεί είδος δικαστικής "απόφασης" (έστω 
περιληπτικής μορφής τοιαύτης, έστω και αν δεν περιέχει αυθεντική διάγνωση της έννομης 
σχέσης) ως εκ της φύσεώς της, αφού με αυτή παρέχεται έννομη προστασία, βλ. έτσι και Α.Π. 
1154/1990 Ολομέλεια Ποινική, ΕλλΔνη 32, 239, Μητσόπουλος, ΕλλΔνη 1983, σελ. 1137, 
Βαθρακοκοίλης, Κ.Πολ.Δ. υποσ. 691 No 6, Βλ. σχετικά Δ. Βλάχο, Η προσωρινή διαταγή κατά 
τον Κ.Πολ.Δ. (2002), είναι σε κάθε περίπτωση εκτελεστός τίτλος της δικαστικής αρχής (βλ. 
Ολ.Α.Π. 4/2004, ΝοΒ 52, σελ. 962, Α.Π. 866/2004 ΕλλΔνη 2004, σελ. 1621 No
42, Α.Π. 133/2004 ΠΧρ 2004, σελ. 515, Α.Π. 561/1999, Δίκη 2000, σελ. 1065) και υπάγεται 
στο άρθρο 232Α Π.Κ. Ειδικότερα:

II) Κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 232Α παρ. 1 Π.Κ. (που προστέθηκε το πρώτο με το 
άρθρο 7 ν. 1941/1991, καταργήθηκε με το άρθρο 33 παρ. 9 ν. 2172/1993, και 
επαναπροστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 9 ν. 2479/1997 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 
παρ. 2 ν. 3719/2008 [σε σχέση με την επαύξηση της ποινής]) - "όποιος με πρόθεση δεν 
συμμορφώθηκε σε προσωρινή διαταγή δικαστή ή δικαστηρίου... τιμωρείται...". Πρόκειται για 
διάταξη που συνιστά μια μορφή απείθειας σε διαταγή δικαστηρίου-δικαστή και καθιερώνει 
ένα έγκλημα γνήσιας παράλειψης. Κατά την εισηγητική έκθεση του άνω νόμου 2479/1997 "Με 
τη ρύθμιση σκοπείται η συμμόρφωση του υπόχρεου στην προσωρινή διαταγή που εκδίδεται 
συνήθως με την κατάθεση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, διαδικασία στην οποία 
προσφεύγει συχνά ο πολίτης λόγω της βραδύτητας που παρουσιάζεται στην απονομή της 
δικαιοσύνης". Πρόκειται για διάταξη που σκοπεί την εκτέλεση των αναφερομένων αποφάσεων 
της δικαιοσύνης που ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα (βλ. και Κωστάρα, Ειδικό Ποινικό,
2007, σελ. 456), στοιχείο δε και δη πυρήνας της δικαστικής προστασίας αποτελεί
-όπως είναι γενικά γνωστό- και η εκτέλεση των αποφάσεων της δικαιοσύνης (πρβλ. Ολ.Α.Π. 
19/2001 ΝοΒ 2002, σελ. 685).

Καθίσταται συνεπώς φανερόν ότι στο άρθρο 232Α παρ. 1 Π.Κ. περιλαμβάνεται και προσωρινή 
διαταγή (πρβλ. και Γνωμ. Εισ. Α.Π. 8/2004, και Συκιώτη, Ποινικός Λόγος 2006, σελ. 1721). 
Η αντίθετη τυχόν άποψη παραβλέπει τόσο τον σκοπό της έκδοσης αυτής όσο και της διάταξης 
του άρθρου 232Α παρ. 1 Π.Κ., αλλά και αυτήν ταύτην τη διάταξη αυτή. Έκδοση "προσωρινής" 
διαταγής δικαστή ή δικαστηρίου εκτός αυτής ή κυρίως εκτός αυτής για την οποία γίνεται 
λόγος, δεν φαίνεται να υπάρχει και να υπάγεται στη διάταξη του άρθρου 232Α παρ. 1 Π.Κ.

Η διάταξη λοιπόν του άρθρου 232Α παρ. 1 Π.Κ. περιλαμβάνει και την "προσωρινή διαταγή" - 
ανεξάρτητα της τυχόν αμφισβήτησης της νομιμότητας της εκδόσεως της. Το ποινικό 
δικαστήριο ελέγχει το κύρος και την ύπαρξη της -όχι όμως και την ορθότητά της- προφανώς 
κατά τον χρόνο τελέσεως.

Να σημειωθεί μάλιστα εδώ ότι ο νομοθέτης του άρθρου 232Α Π.Κ. είναι μεταγενέστερος του 
ν. 2190/1994 και εν γνώσει του τελευταίου.

III) Από τα παραπάνω καθίσταται φανερόν ότι δεν υπάρχει η αναφερόμενη σύγκρουση
αφού εδώ έχουμε μόνο συμμόρφωση και δη υποχρέωση συμμόρφωσης σε δικαστική απόφαση και δη 
με απειλή ποινικών κυρώσεων, η οποία επιβάλλεται από το νόμο. Το αν η προσωρινή αυτή 
απόφαση δεν είναι τυχόν νόμιμη κατά το περιεχόμενό της είναι άλλο ζήτημα. Τούτο όμως δεν 
ερευνάται εδώ και δεν συνιστά παραβίαση του άρθρου 21 παρ. 5 ν. 2190/1994 από τον 
υπόχρεο προς συμμόρφωση στην άνω προσωρινή διαταγή.

Επίσης, είναι άλλο το ζήτημα ότι και αυτή αύτη η συμμόρφωση στην προσωρινή διαταγή 
μπορεί να κριθεί τελικά μη αξιόποινη π.χ. διότι δεν υπάρχουν ή δεν προβλέπονται τα 
σχετικά κονδύλια κ.λπ.

Επομένως, η άνω συμμόρφωση όχι μόνο δεν συνιστά έγκλημα (βλ. άρθρα 14, 20 Π.Κ.), αλλά η 
μη συμμόρφωση συνιστά τέτοιο (βλ. άρθρο 232Α παρ. 1 Π.Κ.).

Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι υποκείμενο τέλεσης του άρθρου 232Α Π.Κ. είναι αυτός που 
είναι υποχρεωμένος σε συμμόρφωση, ο οποιοσδήποτε όμως τοιούτος.

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Αποζημίωση στον φοιτητή για την υπόθεση της ζαρντινιέρας

Αποζημίωση ύψους 300.000 ευρώ θα καταβληθεί στον Κύπριο σπουδαστή Αυγουστίνο Δημητρίου, που ξυλοκοπήθηκε άγρια από αστυνομικούς τη 17η Νοεμβρίου του 2006 στην Πλατεία Συντριβανίου στη Θεσσαλονίκη. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης εκδίκασε την αγωγή του νεαρού φοιτητή, που είχε υποβάλει αγωγή κατά του ελληνικού Δημοσίου, διεκδικώντας αποζημίωση 1 εκατομμυρίου ευρώ για ηθική βλάβη. Ο κ. Δημητρίου, που σε λίγες μέρες θα καθίσει στο εδώλιο κατηγορούμενος για αντίσταση κατά της αρχής, δήλωσε ότι βίωσε το θάνατο και καταστράφηκε η ζωή του από την ημέρα της επίθεσης. (Πηγή: www.lawnet.gr)

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

Νέα περίπτωση Κούνεβα: Μαφιόζικη επίθεση σε εργαζόμενη




Μαφιόζικη δολοφονική επίθεση, που θυμίζει πολύ έντονα την αντίστοιχη επίθεση στην Κ. Κούνεβα, δέχθηκε εργαζόμενη σε καφετέρια μετά τη διαπραγμάτευση με τον εργοδότη της για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσής της. Η εργαζόμενη βρέθηκε βάναυσα κακοποιημένη από αγνώστους έξω από το σπίτι της, το βράδυ της 24ης Μαρτίου, μία ημέρα μετά τη διαπραγμάτευση με τον εργοδότη της για την καταβολή της αποζημίωσης.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες που υπάρχουν, η εργαζόμενη, που απουσίαζε από την εργασία της με αναρρωτική άδεια, ενημερώθηκε για την απόλυσή της αμέσως μετά την επιστροφή της στην εργασία. Παρά τις διαβουλεύσεις, ο εργοδότης αρνιόταν την καταβολή της αποζημίωσης και των ενσήμων της παρά το γεγονός ότι επρόκετο για ιδιαίτερα χαμηλά ποσά.
Η τελευταία διαπραγμάτευση έγινε στις 23 Μάρτη, παρουσία και του Σωματείου Σερβιτόρων - Μαγείρων, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του εργοδότη, ο οποίος αυθαίρετα άρχισε να φωτογραφίζει με ψηφιακή μηχανή τα μέλη του σωματείου. Μετά από απαίτηση να σβήσει τις φωτογραφίες, σήκωσε την μπλούζα του κι επέδειξε το όπλο που έφερε στη ζώνη του! 
Η συνέχεια δόθηκε στο αστυνομικό τμήμα, όπου οι αστυνόμοι, αφού κατέγραψαν το γεγονός, «συνέστησαν» στην εργαζόμενη και τα μέλη του σωματείου να μην προβούν σε μηνύσεις, ώστε να μη δεχθούν αντιμήνυση κι οδηγηθούν όλοι στο αυτόφωρο.
Εντελώς συμπτωματικά, το επόμενο βράδυ 24 Μάρτη η εργαζόμενη έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης έξω από το σπίτι της, όπου την ξυλοκόπησαν άγρια και την εγκατέλειψαν αιμόφυρτη και λιπόθυμη στην είσοδο του σπιτιού της. Η αιμορραγία και κάποιου τύπου αναισθητικό που χρησιμοποίησαν οι τραμπούκοι έκαναν την εργαζόμενη να μείνει για περίπου 10 ώρες παρατημένη μπροστά στην πόρτα της, όπου τη βρήκε τα ξημερώματα ένας μετανάστης, της έριξε νερό στο πρόσωπο και τη βοήθησε να καλέσει βοήθεια. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το κίνητρο της επίθεσης δεν ήταν η ληστεία, καθώς, όταν η εργαζόμενη συνήλθε, είχε πάνω της και τα χρήματα και το τηλέφωνό της. (Πηγή: www.avgi.gr)

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

Στον Άρειο Πάγο για συνδικαλισμό στρατιωτικών


Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στην οποία παραπέμφθηκε το ζήτημα ως μείζονος σπουδαιότητας, καλείται να αποφανθεί αν είναι επιτρεπτή η άσκηση συνδικαλιστικής δράσης στις Ενοπλες Δυνάμεις.
Αφορμή αποτέλεσε απόφαση του Εφετείου Αθηνών που δεν επέτρεψε την ίδρυση συνδικαλιστικού σωματείου με τίτλο Ενωση Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων, απορρίπτοντας τη σχετική αίτηση. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, σε αντίθεση με το Πρωτοδικείο, που το 2005 είχε δεχτεί ότι είναι συνταγματικά ανεκτή η ίδρυση του σωματείου, έκρινε ότι ο περιορισμός που θέτει το Σύνταγμα και η νομοθεσία ως προς τον συνδικαλισμό στις Ενοπλες Δυνάμεις είναι θεμιτός και ότι στην περίπτωση αυτή δεν μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά οι διατάξεις περί συνδικαλισμού στην ΕΛΑΣ. Οι εφέτες υποστήριξαν ότι οι σκοποί του καταστατικού του σωματείου είναι αντίθετοι στις συνταγματικές επιταγές και πάσχουν από ακυρότητα, καθώς προκύπτει πρόθεση ανάμειξης στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων και τον τρόπο προστασίας της έννομης τάξης που συνταγματικώς έχει ανατεθεί στην κρατική εξουσία. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια από το Δ' τμήμα, το οποίο δεν τοποθετήθηκε στα νομικά ζητήματα. (Πηγή: www.enet.gr)

Τρίτη 16 Μαρτίου 2010

Γαλλία: Εργατικό ατύχημα χαρακτήρισε δικαστική απόφαση αυτοκτονία εργαζομένου


«Eργατικό ατύχημα» χαρακτήρισε η γαλλική δικαιοσύνη την αυτοχειρία εργαζόμενου στην αυτοκινητοβιομηχανία Renault, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για αποζημιώσεις σε δεκάδες οικογένειες εργαζομένων σε μεγάλες γαλλικές επιχειρήσεις, οι οποίοι έθεσαν τέρμα στη ζωή τους.Η απόφαση ορόσημο αφορά την υπόθεση του 38χρονου Ρεμόν Ντ., ο οποίος εργαζόταν ως τεχνικός της Renault από το 1992. Ο εργαζόμενος απαγχονίστηκε στο σπίτι του τον Φεβρουάριο του 2007, ενώ είχε λάβει ανεπιθύμητη προαγωγή 8 μήνες νωρίτερα. Ο άντρας δεν επιθυμούσε την προαγωγή, αναφέρει το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου Υποθέσεων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΤΑSS), καθώς αυτή συνεπαγόταν μεγαλύτερο φόρτο εργασίας, με το θεσμοθετημένο 35ωρο, που ισχύει στη Γαλλία, να τηρείται μόνο στα χαρτιά ενώ δεν λάμβανε επιπλέον αμοιβή για τις υπερωρίες. Ως αποτέλεσμα, ο εργαζόμενος βρέθηκε να υποβάλλεται «σε φόρτο εργασίας δυσανάλογα μεγάλο για τις ψυχικές και σωματικές του αντοχές», με αποτέλεσμα αυτή η κατάσταση να του προκαλέσει «αποσταθεροποιητικό στρες».Στα τέλη του 2006 και στις αρχές του 2007, είχαν σημειωθεί άλλες δυο αυτοκτονίες εργαζομένων της γνωστής αυτοκινητοβιομηχανίας Renault, υποθέσεις οι οποίες ερευνώνται. Για την μία υπόθεση, η χήρα του αυτόχειρα κατάφερε να αναγνωριστεί τον περασμένο Δεκέμβριο να αναγνωριστεί το «ασυγχώρητο λάθος» της εργοδοσίας ενώ για την άλλη υπόθεση η εκδίκαση θα γίνει μετά το Πάσχα.Υπενθυμίζουμε ότι στον τηλεπικοινωνιακό κολοσσό της Γαλλίας France Τelecom, από την αρχή μόνο του 2010 έχουν αφαιρέσει τη ζωή τους 10 εργαζόμενοι, με τελευταίο έναν πατέρα τριών παιδιών την περασμένη Πέμπτη. Τα προηγούμενα δυο χρόνια, 35 υπάλληλοι της France Τelecom αφαίρεσαν τη ζωή τους, ενώ πολυπληθέστερες είναι οι αποτυχημένες απόπειρες.Έκθεση της Επιθεώρησης Εργασίας (ΙGΑS) που παραδόθηκε στη France Τelecom στις αρχές Μαρτίου, συνιστά οι 4 από τις 7 υποθέσεις που της υποβλήθηκαν προς εξέταση- τρεις αυτοκτονίες και μία απόπειρα- να χαρακτηριστούν «εργατικά ατυχήματα». Η σωρεία αυτοκτονιών στην πρώην κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών συνδέεται άμεσα με την εκ βάθρων αναδιοργάνωση της εταιρείας για την περικοπή εξόδων και την απόλυση του 20% των υπαλλήλων.(Πηγή: www.tvxs.gr)

Επίσχεση εργασίας από τους γιατρούς


Προβλήματα αναμένεται να σημειωθούν στη λειτουργία των μισών και άνω νοσοκομείων της χώρας εξαιτίας της επίσχεσης εργασίας των γιατρών, οι οποίοι προβαίνουν σε διαμαρτυρία για τη μη καταβολή δεδουλευμένων, τα μέτρα της κυβέρνησης και τη μείωση του κονδυλίου εφημεριών.
Στην Αττική λόγω προβλήματα θα σημειωθούν:
-Από τη Δευτέρα στο Αγλαΐα Κυριακού
- Από την Τρίτη ο Ευαγγελισμός, το Λαϊκό, το «Γεννηματάς» και το «Αγία Ελένη»
- Από την Τετάρτη το Παίδων Αγία Σοφία και ακολουθούν και τα υπόλοιπα.
Μέχρι το τέλος της εβδομάδας οι γιατροί σε όλα τα νοσοκομεία θα έχουν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας όπως εκτιμά η Πανελλήνια Ομοσπονδία, με αποτέλεσμα να εξυπηρετούνται μόνο τα επείγοντα περιστατικά.
Παράλληλα, με λουκέτο κινδυνεύουν οι κλινικές των νοσοκομείων της περιφέρειας αλλά και το Γενικό Κρατικό της Νίκαιας μετά την απόφαση των γιατρών να ακολουθήσουν αυτό το μήνα την κοινοτική οδηγία που ορίζει ότι πρέπει να εφημερεύουν το πολύ 4 φορές το μήνα.
Μέχρι σήμερα λόγω των ελλείψεων σε ιατρικό προσωπικό οι γιατροί πραγματοποιούσαν περισσότερες από 4 εφημερίες.
Σε επίσχεση εργασίας προχωρούν από τη Δευτέρα και οι γιατροί στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Λάρισας στο οποίο θα εξυπηρετούνται μόνο τα επείγοντα περιστατικά. Οι γιατροί διεκδικούν τα δεδουλευμένα των εφημεριών από το Νοέμβριο ενώ καταγγέλουν την περικοπή δαπανών. 
(Πηγή: www.kathimerini.gr)

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

ΟλΣτΕ 827/2010: Όλες οι εφημερίες πρέπει να καταβάλλονται στους γιατρούς του ΕΣΥ



Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 827/2010 απόφασή της έκρινε αντισυνταγματική τη διάταξη του Ν. 2606/1998 που προβλέπει ότι οι εφημερίες των γιατρών του ΕΣΥ θα καταβάλλονται μέχρι το ύψος των αποδοχών τους και αν το υπερβαίνουν η διαφορά δεν θα καταβάλλεται στους γιατρούς.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια έκρινε ότι οι εφημερίες των ιατρών του ΕΣΥ δεν αποτελούν πρόσθετες αποδοχές, δηλαδή αποδοχές δεύτερης θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 104 του Συντάγματος, αλλά αποδοχές για εργασία παρεχόμενη στα πλαίσια της κύριας οργανικής θέσης των γιατρών και μάλιστα υποχρεωτικής, σύμφωνα με το νόμο.
Αυτό έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (827/2010) και επιδίκασε στους γιατρούς του ΕΣΥ του Νοσοκομείου Λήμνου διαφορές από τις εφημερίες τις διετίας 1996-1998.
Το Νοσοκομείο της Λήμνου επικαλούμενο τις ρυθμίσεις του Ν. 2606/1998 δεν κατέβαλε στους γιατρούς του ΕΣΥ όλο το ποσό των εφημεριών αλλά μειωμένο κατά το ποσό που υπερέβαινε το σύνολο των μηνιαίων τακτικών αποδοχών τους. Οι γιατροί προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη και με αγωγές τους ζήτησαν να τους καταβληθούν τα ποσά που περιεκόπησαν κατά τη διετία 1996-1998. Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντίθετη στη συνταγματική αρχή της ισότητας τη ρύθμιση του Ν. 2606/1998 που θέτει περιορισμούς.
Η Ολομέλεια αναφέρει ότι η σχετική διάταξη του Ν. 2606/1998 «είναι αντίθετη προς την προστατευόμενη από το άρθρο 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας, διότι εισάγει αδικαιολόγητα δυσμενή διάκριση εις βάρος των ιατρών του ΕΣΥ, οι οποίοι, σύμφωνα με την σχετική επιβαλλόμενη από τη διάταξη του άρθρου 88 παρ. 1 του ν. 2071/1992 υποχρέωσή τους, πραγματοποιούν ενεργούς εφημερίες, η αποζημίωση για τις οποίες υπερβαίνει κατά μήνα τις τακτικές τους αποδοχές, καθόσον θα λάβουν την ίδια αποζημίωση με ιατρούς του ΕΣΥ, οι οποίοι πραγματοποίησαν λιγότερες ενεργούς εφημερίες, η αποζημίωση για τις οποίες δεν υπερβαίνει το ανωτέρω όριο».
Κατόπιν αυτών, η Ολομέλεια του ΣτΕ επιδίκασε στους γιατρούς του Νοσοκομείου Λήμνου τις διαφορές από τις εφημερίες της διετίας 1996-1998. (Πηγή: www.kathimerini.gr)

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Συνήγορος του Πολίτη -ΒΡΕΦΟΝΗΠΙΑΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΕΛΑΒΕ ΕΓΚΥΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΠ




Εργαζόμενη ως βοηθός βρεφονηπιοκόμου, σε βρεφονηπιακό σταθμό ανώνυμης εταιρείας του ευρύτερου δημοσίου τομέα, κατήγγειλε στον Συνήγορο του Πολίτη ότι δεν επαναπροσλήφθηκε για την τρέχουσα σχολική χρονιά, επειδή ήταν έγκυος. Μέχρι τότε, η εργαζόμενη σύναπτε επαναλαμβανόμενες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου με ιδιωτική εταιρεία που έχει την ευθύνη της λειτουργίας και στελέχωσης με προσωπικό των βρεφονηπιακών σταθμών, ιδιοκτησίας της ανώνυμης εταιρείας του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Η εργαζόμενη ανέφερε ότι ο εργοδότης της συνέδεσε την άρνησή του να την επαναπροσλάβει με τη νέα γρίπη και με το ότι η εταιρεία φορέας του δημοσίου θεωρούσε τις εγκύους ως ομάδα υψηλού κινδύνου. Δείτε εδώ τη σύνοψη της διαμεσολάβησης. 

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

ΑΠ 873/2009 - Έννοια εργοδότη: Είναι ο αληθινός φορέας της επιχείρησης και όχι εκείνος που ανήγγειλε τη σύμβαση εργασίας.


Αριθμός 873/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1' Πολιτικό Τμήμα 

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ [...]
 Επειδή, από το συνδυασμό των άρθρων 648, 651, 652 και 653 ΑΚ προκύπτει ότι επί 
συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ο μισθωτής της εργασίας (εργοδότης) είναι συνήθως, αλλά 
όχι πάντοτε, ο κύριος της επιχειρήσεως προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οποίας 
συνάπτεται η σύμβαση. Εάν υφίσταται αμφισβήτηση ως προς το πρόσωπο του εργοδότη, για τον 
προσδιορισμό της ως άνω ιδιότητας αποβλέπουμε πρώτα στο πρόσωπο εκείνου προς το συμφέρον 
του οποίου παρέχεται η εργασία, αυτός δε είναι ο φορέας της επιχειρήσεως και περαιτέρω 
αποβλέπομε στο πρόσωπο, φυσικό ή νομικό που φέρει τις δαπάνες και τους κινδύνους της 
επιχειρήσεως. Στην προκείμενη περίπτωση όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το 
Εφετείο δέχτηκε ανελέγκτως τα εξής: Δυνάμει του υπ' αριθ. ...συμβολαίου της 
συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίας Πουλαντζά-Αγρέβη συνεστήθη η έκτη αναιρεσίβλητη εδρεύουσα 
στο ... μονοπρόσωπη τότε εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την αρχική επωνυμία "... ....-
Διαφήμηση στο διαδίκτυο και Υπηρεσίες Μέσων Επικοινωνίας" και το διακριτικό τίτλο "...". 
Μοναδικός εταίρος της πιο πάνω εταιρίας που προέβη στη σύσταση αυτής υπήρξε η εδρεύουσα 
στο Μόναχο της Γερμανίας δεύτερη αναιρεσείουσα εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την τότε 
επωνυμία "... ..... ..... .....", η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο της Χ1. Ο 
τελευταίος συνδεόταν με την εν λόγω αλλοδαπή εταιρία με σχέση εξαρτημένης εργασίας 
δυνάμει της από 1-7-2000 σχετικής συμβάσεως μεταξύ τους, ενώ με το πιο πάνω συμβόλαιο 
ορίστηκε ως διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της νεοϊδρυθείσας ελληνικής εταιρίας. 
Ακολούθως με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, η δεύτερη 
αναιρεσείουσα η οποία στο μεταξύ είχε μεταβάλει την επωνυμία της σε "...", μεταβίβασε 
μέρος των εταιρικών μεριδίων της ως άνω ελληνικής εταιρίας κατά ποσοστό 21,3% στην 
εδρεύουσα στο Μόναχο της Γερμανίας πρώτη αναιρεσείουσα ανώνυμη εταιρία με την τότε 
επωνυμία "..... ... ...". Έτσι η ως άνω ελληνική εταιρία μετατράπηκε σε πολυπρόσωπη 
εταιρία περιορισμένης ευθύνης, με αντίστοιχη τροποποίηση του καταστατικού της που 
δημοσιεύθηκε νόμιμα, ενώ διαχειριστής της παρέμεινε ο ίδιος ως άνω Χ1 με εξουσίες 
εκπροσώπησης και διαχείρισης της. Στη συνέχεια η παραπάνω ελληνική εταιρία, 
εκπροσωπούμενη από τον ως άνω διαχειριστή της, προσέλαβε με συμβάσεις εξαρτημένης 
εργασίας αορίστου χρόνου τους πέντε πρώτους αναιρεσιβλήτους και ειδικότερα: α) τον πρώτο 
την 17-9-2001 ως διευθυντή marketing και πωλήσεων με μηνιαίες αποδοχές 4.402 ευρώ, β) το 
δεύτερο την 31-1-2001 ως γενικό διευθυντή marketing με μηνιαίες αποδοχές 3.143 ευρώ, γ) 
την τρίτη την 5-2-2002 ως υπάλληλο γραφείου στον τομέα των πωλήσεων με μηνιαίες αποδοχές 
2.347,76 ευρώ, δ) την τέταρτη την 1-11-2001 ως γραμματέα με μηνιαίες αποδοχές 672 ευρώ 
και ε) την πέμπτη την 7-3-2001 ως υπεύθυνη πωλήσεων και εξυπηρέτησης πελατών με μηνιαίες 
αποδοχές 918,50 ευρώ. Με την έναρξη των εργασιών της ως άνω ελληνικής εταιρίας οι 
αναιρεσείουσες αλλοδαπές μητρικές εταιρίες ενίσχυαν οικονομικά αυτή προκειμένου να 
ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι αναιρεσείουσες συνεχώς 
για χρονικό διάστημα δύο ετών απέστειλαν προς την τελευταία εμβάσματα ύψους 13.000.000 
δρχ. περίπου, για τη μισθοδοσία των εργαζομένων αυτής, σύμφωνα και με τον τηρούμενο 
λογαριασμό στην Τράπεζα ... ....... Οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται ότι οι ως άνω 
αποστολές χρημάτων προς την ελληνική θυγατρική τους εταιρία αποτελούσαν παροχές και 
προσωρινές διευκολύνσεις με τη μορφή δανείων που θα καλύπτονταν από τα έσοδα της 
τελευταίας, σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του διαχειριστή της, δηλαδή θα επιστρέφονταν σ' 
αυτές αν υλοποιούνταν το προσοδοφόρο επιχειρησιακό σχέδιο που είχε εκπονήσει και 
σχεδιάσει ο ίδιος. Πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός των αναιρεσειουσών δεν ασκεί έννομη 
επιρροή στην αποδεικνυόμενη, όχι μόνο από τις εν λόγω χρηματοδοτήσεις, αλλά και από τα 
πιο κάτω λοιπά στοιχεία, πλήρη διοικητική και λειτουργική εξάρτηση της ελληνικής και 
θυγατρικής εταιρίας από τις αναιρεσείουσες αλλοδαπές μητρικές εταιρίες, χωρίς να 
αναιρείται αυτή από την όποια λογιστική αιτιολόγηση των εκροών των κεφαλαίων αυτών από 
τα ταμεία των τελευταίων. Οι πέντε πρώτοι αναιρεσίβλητοι εργαζόμενοι, κατά την εκτέλεση 
των καθηκόντων τους υπάγονταν μεν φαινομενικά στον έλεγχο του ως άνω διαχειριστή της 
ελληνικής θυγατρικής εταιρίας, στην πραγματικότητα όμως ελάμβαναν οδηγίες, εντολές και 
κατευθύνσεις για την εκτέλεση της ως άνω εργασίας τους απ' ευθείας από τα στελέχη των 
αλλοδαπών μητρικών επιχειρήσεων, χωρίς τη μεσολάβηση του πρώτου. Ακόμη οι εν λόγω 
αναιρεσίβλητοι, εκτός από την πιο πάνω υποχρέωση επικοινωνίας είχαν και την υποχρέωση 
απευθείας ενημερώσεως των στελεχών των αναιρεσειουσών εταιριών για τον κύκλο εργασιών 
(τζίρο) της ελληνικής εταιρίας, αλλά και για κάθε σημαντικό θέμα αυτής, με την αποστολή 
σχετικών εβδομαδιαίων αναφορών τους. Επίσης τα στελέχη των αναιρεσειουσών εταιριών 
παρακολουθούσαν και αξιολογούσαν την απόδοση του προσωπικού όλων των επιχειρήσεων του 
ομίλου, μεταξύ δε αυτών και των πέντε πρώτων αναιρεσιβλήτων έτσι ώστε στην 
πραγματικότητα να ασκείται το διευθυντικό δικαίωμα επ' αυτών εκ μέρους των πρώτων. Τούτο 
ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί παρά τη μεσολάβηση μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των τόπων 
εγκαταστάσεως των εταιριών του ομίλου, ενόψει της ευρείας χρήσης των νέων τεχνολογιών 
για την επικοινωνία μεταξύ αυτών. Ακόμη είναι χαρακτηριστικό ότι τα στελέχη των ως άνω 
εταιριών συνόδευαν τον Χ1 στις επαγγελματικές του συναντήσεις με υποψήφιους πελάτες 
προκειμένου να προσδώσουν κύρος και αξιοπιστία στην έκτη αναιρεσίβλητη, αφού αυτή 
εμφανιζόταν ως μέλος του Ομίλου εταιριών ........ Τα παραπάνω ενισχύονται και από το 
Εγχειρίδιο Εσωτερικής Επικοινωνίας και το Εγχειρίδιο Εταιρικού Σχεδιασμού του παραπάνω 
Ομίλου στην Ευρώπη, στα οποία απεικονίζονται με χαρακτηριστικά διαγράμματα οι σχέσεις 
της μητρικής με τις θυγατρικές εταιρίες, ενώ τονίζεται η διεθνής συνοχή και η λειτουργία 
του Ομίλου ως ενιαίας επιχείρησης για την επίτευξη επικερδών επιχειρήσεων. Αναφέρεται δε 
σ' αυτά ότι όλες οι θυγατρικές εταιρίες απαιτείται να εφαρμόσουν σε κάθε περίπτωση και 
στο σύνολο τους τις κατευθυντήριες γραμμές που είναι δεσμευτικές ... Επίσης, η δεύτερη 
αναιρεσείουσα αλλοδαπή μητρική εταιρία κατά της σύσταση της έκτης αναιρεσίβλητης όρισε 
ως κεφάλαιο αυτής το ελάχιστο απαιτούμενο από τον τότε ισχύοντα νόμο ποσόν των 6.000.000 
δρχ. (άρθρο 4 του ν. 3190/1955), γεγονός που είχε ως συνέπεια να εξαρτάται η επιβίωση 
της από τη χρηματοδότηση της εκ μέρους των μητρικών εταιριών. Τούτο υποδηλώνει τον πλήρη 
έλεγχο και τη δεσπόζουσα επιρροή της ελληνικής θυγατρικής εταιρίας από τις 
αναιρεσείουσες μητρικές εταιρίες, δεδομένου ότι η πρώτη δεν είχε καμιά πραγματική 
δυνατότητα να αποφασίσει η ίδια για το μέλλον της και γι' αυτήν ακόμη την ύπαρξη της. 
....Ο ισχυρισμός των αναιρεσειουσών περί πλήρους ελευθερίας και ανεξαρτησίας του 
διαχειριστή της έκτης αναιρεσίβλητης είναι αβάσιμος και αναιρείται από τον ίδιο τον 
τρόπο κατάργησης τούτου από τις αλλοδαπές μητρικές εταιρίες και διορισμού πληρεξουσίων 
της επιλογής τους και συγκεκριμένα στελεχών αυτών για να προβούν στις καταγγελίες των 
συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων και στις λοιπές ενέργειες.....Οι ενάγοντες - πέντε 
πρώτοι αναιρεσίβλητοι -, προσέφεραν κανονικά τις υπηρεσίες τους χωρίς να δημιουργηθεί 
κανένα πρόβλημα έως και την 31-5-2002, οπότε για πρώτη φορά δεν τους καταβλήθηκαν οι 
δεδουλευμένες αποδοχές τους και συγκεκριμένα ο μισθός του Μαΐου 2002. Στις διαμαρτυρίες 
τους προς τον διαχειριστή της έκτης αναιρεσίβλητης και τους νομίμους εκπροσώπους των 
αναιρεσειουσών, οι τελευταίοι τους διαβεβαίωσαν ότι επρόκειτο για προσωρινή ταμειακή 
δυσχέρεια λόγω καθυστέρησης των εμβασμάτων από τη Γερμανία. Ενόψει των διαβεβαιώσεων 
αυτών οι ενάγοντες εξακολούθησαν κανονικά την εργασία τους μέχρι 1-7-2002, οπότε ο 
διαχειριστής της έκτης αναιρεσίβλητης Χ1 μαζί με τον εμφανισθέντα εκπρόσωπο των 
αναιρεσειουσών εταιριών Ε1 τους ανακοίνωσε ότι οι τελευταίες είχαν αποφασίσει να 
καταγγείλουν τις συμβάσεις εργασίας τους χωρίς την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης 
τους. Μετά ταύτα την 4 και 5/7-2002 επιδόθηκε στον καθένα ξεχωριστά η καταγγελία της 
συμβάσεως εργασίας τους που είχε υπογραφεί από τον ως άνω Ε1, χωρίς όμως να τους 
καταβληθεί και η νόμιμη αποζημίωση. Τότε οι ενάγοντες για πρώτη φορά πληροφορήθηκαν ότι 
η έκτη αναιρεσίβλητη, φερόμενη ως εργοδότρια εταιρία, είχε υποβάλει την από 1-7-2002 
δήλωση αναστολής πληρωμών της, ενώ ο έως τότε διαχειριστής της Χ1 είχε υποβάλει την 
παραίτηση του, με ισχύ από την 1-7-2002, από τη θέση του διαχειριστή μετά την από 15-5-
2002 καταγγελία της συμβάσεως εργασίας του από την Γερμανική εταιρία η οποία ως εταίρος 
της ελληνικής Ε.Π.Ε τον είχε ορίσει διαχειριστή. Μετά την παραίτηση του ως άνω 
διαχειριστή η διαχείριση και εκπροσώπηση της έκτης αναιρεσίβλητης περιήλθε στους 
εταίρους αυτής αναιρεσείουσες εταιρίες, οι οποίες την ασκούσαν με τους νομίμους 
εκπροσώπους τους. Ακολούθως, η έκτη αναιρεσίβλητη κηρύχθηκε σε κατάσταση πτωχεύσεως με 
την υπ' αριθμ. 1432/7-11-2002 απόφαση του Πολυμελούς πρωτοδικείου Αθηνών με ημερομηνία 
παύσεως πληρωμών την 1-7-2002. .... Στη συνέχεια το Εφετείο δέχτηκε ότι με βάση τα 
παραπάνω, η έκτη αναιρεσίβλητη ελληνική θυγατρική εταιρία βρισκόταν υπό την απόλυτη 
κυριαρχική εξάρτηση των αναιρεσειουσών εταιριών και ως εκ τούτου οι πέντε πρώτοι 
αναιρεσίβλητοι τυπικά μόνο ήταν προσωπικό της πρώτης, ενώ στην πραγματικότητα ήταν 
προσωπικό των τελευταίων..... Η περιορισμένη χορήγηση κεφαλαίων στην ελληνική θυγατρική 
εταιρία την καθιστούσε εξ αρχής αφερέγγυο ως προς τις αναληφθείσες υποχρεώσεις, ενώ η 
απόφαση τους να διακόψουν τη μηνιαία χρηματοδότηση της προεξοφλούσε την αδυναμία της να 
ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Η συμπεριφορά των αναιρεσειουσών αλλοδαπών εταιριών, 
έναντι των πέντε πρώτων αναιρεσιβλήτων, ήταν κακόπιστη, δεδομένου ότι αν και ασκούσαν οι 
ίδιες στην πραγματικότητα τις εργοδοτικές λειτουργίες, από το Μάιο του έτους 2002 
μεθόδευσαν την κατάρρευση της ελληνικής θυγατρικής τους εταιρίας με την απότομη διακοπή 
καταβολής των λειτουργικών δαπανών και μισθών, την απόλυση του διαχειριστή που ήταν 
δικός τους υπάλληλος, καθώς και τη ρητή εξουσιοδότηση σε στελέχη τους να προβούν στην 
απόλυση του προσωπικού χωρίς την καταβολή αποζημιώσεων. Αυτές δε ενώ διαβεβαίωναν τους 
πέντε πρώτους αναιρεσείοντες εργαζομένους για τα αντίθετα, στη συνέχεια εντελώς 
καταχρηστικά πρόβαλαν τον ισχυρισμό της νομικής αυτοτέλειας της ελληνικής θυγατρικής 
τους εταιρίας και παρέπεμψαν αυτούς στις διαδικασίες της πτωχευτικής εκκαθάρισης. Με 
βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο έκρινε ότι εφόσον οι αναιρεσείουσες ασκούσαν 
συστηματικά τις εργοδοτικές λειτουργίες έναντι των πέντε πρώτων αναιρεσιβλήτων, η 
επίκληση της νομικής τους αυτοτέλειας της ελληνικής θυγατρικής εταιρίας, προς αποφυγή 
των πηγαζουσών από τις ως άνω συμβάσεις εργασίας των πέντε αναιρεσιβλήτων υποχρεώσεων 
τους είναι καταχρηστική και απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη την έφεση που είχαν ασκήσει 
οι αναιρεσείουσες κατά της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε γίνει δεκτή ως νόμιμη 
και κατ' ουσίαν βάσιμη η αγωγή των εν λόγω αναιρεσιβλήτων για καταβολή των οφειλομένων 
δεδουλευμένων αποδοχών, αποζημιώσεως λόγω απολύσεως κ.λ.π. Με την κρίση του αυτή το 
Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή τις προαναφερθείσες διατάξεις 
ουσιαστικού δικαίου, διέλαβε δε στην απόφαση του πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις 
αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ιδιότητα των 
αναιρεσιουσών Εταιριών ως ουσιαστικών εργοδοτών των πέντε πρώτων αναιρεσιβλήτων, προς 
τις οποίες παρείχαν την εργασία τους και από τις οποίες ελάμβαναν τον συμφωνηθέντα μισθό 
τους και ορθώς απέρριψε τον ισχυρισμό των αναιρεσειουσών περί μη ευθύνης αυτών λόγω της 
νομικής αυτοτέλειας τους, δεδομένου ότι με βάση τα πιο πάνω δεκτά γενόμενα ο εν λόγω 
ισχυρισμός δεν ασκεί έννομη επιρροή. Επομένως όλοι οι λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 559 
αρ. 1 και 19 του Κ.Πολ.Δ. είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.  

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 

 Απορρίπτει την από 1-5-2007 αίτηση των αλλοδαπών εταιριών με την επωνυμία: α) ..... .. 
και β) ..... ...... ...., για αναίρεση της 1702/2006 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. 

 Και 

 Καταδικάζει τις αναιρεσείουσες στη δικαστική δαπάνη των παρόντων αναιρεσιβλήτων την 
οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1200) ευρώ.

 Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 2009.

 Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Απριλίου 2009.

         Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

Συνήγορος του Πολίτη - Μη Τοποθέτηση Πολύτεκνης Μητέρας Σε Θέση Προσωπικού Καθ' Υπέρβαση Του Ορίου Ηλικίας

ΣΥΝΟΨΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ
Θέμα: Άρνηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να δεχθεί τοποθέτηση πολύτεκνης μητέρας σε θέση προσωπικού φύλαξης σε κατάστημα κράτησης που έγινε κατ’ εφαρμογή του Ν. 2643/1998, επικαλούμενο υπέρβαση του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας πρόσληψης.
Πολύτεκνη μητέρα, η οποία είχε τοποθετηθεί από αρμόδια Επιτροπή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (κατ’ εφαρμογή του Ν. 2643/1998) σε θέση προσωπικού φύλαξης σε κατάστημα κράτησης, προσέφυγε τον Απρίλιο 2007 στον Συνήγορο του Πολίτη (ΣτΠ), διαμαρτυρόμενη για την άρνηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης να δεχτεί την τοποθέτησή της εξαιτίας υπέρβασης του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας πρόσληψης. Η συγκεκριμένη τοποθέτηση επικυρώθηκε σε δεύτερο βαθμό τον Νοέμβριο του 2007, έπειτα από διαμεσολάβηση του Συνηγόρου του Πολίτη.
Ωστόσο, το Μάρτιο του 2008 το Τμήμα Διοίκησης Προσωπικού του Υπουργείου Δικαιοσύνης υπέβαλε προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) ερώτημα για το εάν μπορούσε να αρνηθεί την τοποθέτηση, παρά την επικύρωση αυτής σε δεύτερο βαθμό. Η Ολομέλεια του Ν.Σ.Κ., με την υπ’ αριθμ. 23/2009 γνωμοδότησή της, απάντησε καταφατικά, δεχόμενη ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ως φορέας διορισμού, διατηρεί την αρμοδιότητα ελέγχου της συνδρομής των προσόντων διορισμού των προσώπων που διατίθενται για πρόσληψη ή διορισμό από τις Επιτροπές του Ν. 2643/1998. Περαιτέρω, το Ν.Σ.Κ. δέχθηκε ότι το προβλεπόμενο όριο ηλικίας για την πρόσληψη προσωπικού φύλαξης σε κατάστημα κράτησης είναι νόμιμο και, συνεπώς, είναι νόμιμη και η άρνηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης να δεχθεί τοποθέτηση σε τέτοια θέση προσώπου που έχει υπερβεί το όριο ηλικίας.
Ακολούθησε τον Απρίλιο του 2009 παρέμβαση του ΣτΠ προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, με την οποία διατυπωνόταν η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή η διαδικασία τοποθετήσεων ατόμων ειδικών κατηγοριών (όπως πολύτεκνοι και άτομα με αναπηρία) που προβλέπεται από τον Ν. 2643/1998 είναι ειδική σε σχέση με την υπόλοιπη νομοθεσία για τις προσλήψεις και, επομένως, οι αποφάσεις των Επιτροπών του νόμου αυτού δεσμεύουν και τους φορείς του Δημοσίου στους οποίους διατίθενται προστατευόμενοι για τοποθέτηση ή πρόσληψη. Ως προς το προβλεπόμενο όριο ηλικίας για την πρόσληψη προσωπικού φύλαξης σε κατάστημα κράτησης, ο ΣτΠ υποστήριξε ότι παραβιάζεται εν προκειμένω η απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας που ισχύει με βάση την κοινοτική νομοθεσία (Οδηγία 2000/78 που ενσωματώθηκε στην Ελληνική έννομη τάξη με τον Ν. 3304/2005). Ειδικότερα, επεσήμανε ότι δεν τηρείται η αρχή της αναλογικότητας που θέλει την οποιαδήποτε διάκριση λόγω ηλικίας να περιορίζεται στο βαθμό που είναι πρόσφορη και αναγκαία για την εξυπηρέτηση ενός θεμιτού σκοπού, όπως είναι η διαφύλαξη της επιχειρησιακής ικανότητας του προσωπικού φύλαξης στα καταστήματα κράτησης. Εν όψει τούτων, ο ΣτΠ κατέληγε στην πρόταση να υποβληθεί η αναφερόμενη στις ιατρικές εξετάσεις και αθλητικές δοκιμασίες που προβλέπονται και για τους λοιπούς υποψηφίους και, στην περίπτωση που τα αποτελέσματα είναι θετικά, να προσληφθεί.
Τελικώς, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν αποδέχθηκε τις θέσεις του ΣτΠ και γνωστοποίησε τον Νοέμβριο του 2009 την αποδοχή της υπ’ αριθμ. 23/2009 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ.

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

ΔΠρΑθ 19058/2009 - Μη χορήγηση επιδόματος 176 Ευρώ σε νοσοκομειακούς υπαλλήλους

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 
Mε δεδομένο ότι στους ενάγοντες, (μόνιμοι υπάλληλοι του εναγόμενου Νοσοκομείου), καταβάλλονταν τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 7 και 134 του ν. 2470/1997 και ακολούθως του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 3205/2003 νοσοκομειακό επίδομα και επίδομα τροφής, η μη επέκταση της χορήγησης της προβλεπομένης από το άρθρο 14 παρ. 2 και 3 του ν. 3016/2002 παροχής και στους ενάγοντες, ως υπηρετούντες στο εναγόμενο Νοσοκομείο και υπαγόμενους στις διατάξεις των ν. 2470/97 και 3205/2003, δεν είναι αδικαιολόγητη, ούτε αντίθετη στη συνταγματική αρχή της ισότητας, δικαιολογείται δε από λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Το ΕΔΔA κατά της αναγραφής του θρησκεύματος στις τουρκικές ταυτότητες


Γνωμοδοτώντας επί προσφυγής τούρκου πολίτη, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απεφάνθη πως η αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες συνιστά παράβαση του Άρθρου 9 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, περί Θρησκευτικής Ελευθερίας.
Ο Σινάν Ισίκ προσέφυγε στο ΕΔΑΔ το 2004, όταν οι τουρκικές αρχές δεν επέτρεψαν την αναγραφή της αναφοράς “αλεβιτισμός” αντί “Ισλάμ” στο πεδίο του θρησκεύματος στην ταυτότητά του. Στην απόφασή του, το δικαστήριο επισημαίνει ότι η παράβαση στοιχειοθετείται από την ύπαρξη πεδίου για την αναγραφή του θρησκεύματος, ανεξαρτήτως εάν είναι υποχρεωτική ή μη η συμπλήρωσή του. Συγκεκριμένα, ο προεδρεύων δικαστής τόνισε πως, παρά τον προαιρετικό χαρακτήρα της αναγραφής του θρησκεύματος, όπως ισχύει στην Τουρκία από το 2006, “η κατάργησή του είναι η ενδεδειγμένη λύση”. (Πηγή: www.lawnet.gr)

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

ΣτΕ 170/2010 - Δικαίωση Μάρτυρα του Ιεχωβά για εναλλακτική θητεία


Αντίθετη με τις συνταγματικές διατάξεις και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) είναι η άρνηση της πολιτείας να δεχθεί το δικαίωμα εκπλήρωσης εναλλακτικής πολιτικής θητείας σε αντιρρησία συνείδησης, ο οποίος όταν κλήθηκε για μετεκπαίδευση στον στρατό είχε ενστερνιστεί το δόγμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Ο συγκεκριμένος πολίτης είχε υπηρετήσει κανονικά τη στρατιωτική του θητεία το διάστημα 1994-1996, αλλά όταν το 2003 κλήθηκε για μετεκπαίδευση εφεδρείας, είχε αλλάξει θρησκευτικές πεποιθήσεις και ανήκε στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Με αίτησή του στο στρατολογικό γραφείο Βόλου ζήτησε να εκπληρώσει εναλλακτική πολιτική κοινωνική υπηρεσία ως αντιρρησίας συνείδησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2510/1997. Προσκόμισε μάλιστα και πιστοποιητικό της Κεντρικής Εκκλησίας των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά, το οποίο βεβαίωνε ότι από τις 8 Σεπτεμβρίου 2003 είχε ενταχθεί στο συγκεκριμένο δόγμα. Το στρατολογικό γραφείο απέρριψε την αίτησή του, με το επιχείρημα ότι έχει ήδη υπηρετήσει ενόπλως στον στρατό και εκείνος αρνήθηκε να εμφανιστεί, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί ανυπότακτος εσωτερικού σε καιρό ειρήνης και να του επιβληθεί επιπλέον εξάμηνη στρατιωτική θητεία. Στη συνέχεια προσέφυγε στα δικαστήρια όπου δικαιώθηκε.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι είναι παράνομη η αιτιολογία με την οποία δεν έγινε δεκτό το αίτημά του, επικαλούμενη τις συνταγματικές επιταγές, την ΕΣΔΑ και τη νομοθεσία. Στην απόφασή της (υπ' αριθμ. 170/2010) αναφέρει ότι εφόσον μετέβαλε τις θρησκευτικές του απόψεις μετά την εκπλήρωση της ένοπλης στρατιωτικής υπηρεσίας και βρισκόταν σε κατάσταση εφεδρείας, κακώς δεν υπήχθη στις διατάξεις του ν. 2510/1997 περί αντιρρησιών συνείδησης. Η μεταβολή αυτή δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο αποκλεισμού του από την εκπλήρωση εναλλακτικής θητείας, τονίζουν οι ανώτατοι δικαστές. (Πηγή: enet.gr)

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

ΟλΑΠ 32/2009 - Αντισυνταγματικότητα ή μη κοινής υπουργικής απόφασης που χορηγεί επίδομα μόνο στους υπαλλήλους του Υπουργείου Αιγαίου που υπηρετούν στη Μυτιλήνη.


Αριθμός 32/2009
   ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
   ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

   Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Β' Σύνθεσης: Γεώργιο Καλαμίδα, Προεδρεύοντα Αντιπρόεδρο, κωλυομένου του Προέδρου του Αρείου Πάγου ΒασιλείουΝικόπουλου, ως ο αρχαιότερος της συνθέσεως Αντιπρόεδρος, Κωνσταντίνο Κούκλη, Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπροέδρους, Ελισάβετ Μουγάκου-Μπρίλλη, Αιμιλία Λίτινα, Χαράλαμπο Ζώη, Ανδρέα Τσόλια, Αθανάσιο Πολυζωγόπουλο, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου - Εισηγήτρια, Νικόλαο Λεοντή, Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση, ΕυτύχιοΠαλαιοκαστρίτηΓρηγόριο Κουτσόπουλο, Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Παναγιώτη Κομνηνάκη, Παναγιώτη Ρουμπή, Ανδρέα Δουλγεράκη, Κωνσταντίνο Φράγκο, ΝικόλαοΠάσσοΓεωργιο Αδαμόπουλο και Δημήτριο Τίγγα, Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών Δικαστών της Σύνθεσης).
   Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του στις 30 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σανιδά και της Γραμματέως Σουλτάνας Κουφιάδου, για να δικάσει μεταξύ:
   Των καλούντων-αναιρεσιβλήτων : 1) ... και 2)..., τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Κώστας Πετρόπουλος με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ
   Του καθού η κλήση - αναιρεσείοντος : Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τους Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, το οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος Νικόλαος Κατσίμπας Νομικός Σύμβουλος του Κράτους.
   Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17.11.1998 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Μυτιλήνης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3045/2002 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 50/2001 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μυτιλήνης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε το αναιρεσείον με την από 04.01.2002 αίτησή του.
   Στη συνέχεια εκδόθηκε η 1393/2006 απόφαση του Β1' Πολιτικού Τμήματος, η οποία παρέπεμψε τον μοναδικό λόγο της από 04.01.2002 αιτήσεως αναιρέσεως στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Μετά την πιο πάνω απόφαση και την από 14.10.2008 κλήση των καλούντων η προκείμενη υπόθεση φέρεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.
   Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντοςανέπτυξε και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς του, που αναφέρονται στις προτάσεις του και ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
   Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, πρότεινε ότι είναι βάσιμος ο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του Κ.Πολ.Δ μοναδικός λόγος αναιρέσεως και πρέπει να γίνει δεκτός.
   Κατόπιν αυτών ο Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στον πιο πάνω πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος, ο οποίος αναφέρθηκε σε όσα προηγουμένως είχε αναπτύξει.
   Κατά την 18.6.2009, ημέρα που συγκροτήθηκε το παρόν δικαστήριο προκειμένου να διασκεφθεί την ανωτέρω υπόθεση ήταν απόντες οι Αρεοπαγίτες ΕλισάβετΜουγάκου - Μπρίλλη και Ευτύχιος Παλαιοκαστρίτης, οι οποίοι δήλωσαν κώλυμα αρμοδίως, παρισταμένων πλέον των δεκαπέντε (15) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ' άρθρο 23 παρ. 2 του ν.1756/1988, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν.3659/2008.

   ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

   Με την από 14-10-2008 κλήση των αναιρεσιβλήτων νόμιμα εισάγεται για συζήτηση στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, ο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560ΚΠολΔ μοναδικός λόγος της από 4-1-2002 αιτήσεως του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της υπ' αριθμ. 50/2001 αποφάσεως του ως Εφετείου δικάσαντοςΠολυμελούς Πρωτοδικείου Μυτιλήνης, ο οποίος παραπέμφθηκε στο δικαστήριο τούτο με την υπ' αριθμ. 1393/2006 απόφαση του Β1 Τμήματος αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 100 παρ. 5 του ισχύοντος Συντάγματος και 563 παρ. 2 εδ. γ ΚΠολΔ, ως προς το νομικό ζήτημα που ανέκυψε, εάν είναι αντισυνταγματική η υπ' αριθμ. 2031795/3503/0022/31-5-1994 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας κατά το μέρος που περιορίζει την εφαρμογή της μόνο στους υπηρετούντες στη Μυτιλήνη υπαλλήλους του Υπουργείου Αιγαίου.
   Επειδή η διάταξη, του άρθρου 4 παρ.1 του Συντάγματος, που ορίζει ότι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι αυτών και συνεπώς δεσμεύει τον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις και κατηγορίες προσώπων, να μη μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο τις περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις, εκτός αν αυτό επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος, η συνδρομή των οποίων είτε διαφοροποιεί την κατηγορία των προσώπων ή των πραγμάτων στα οποία αφορά, είτε καθιστά καταχρηστική και άρα αντίθετη στο άρθρο 25 παρ.3 του Συντάγματος την άσκηση του εκ της ισονομίας ατομικού δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση. Επομένως, αν γίνει με νόμο δικαιολογημένη ειδική ρύθμιση για μία κατηγορία προσώπων και αποκλειστεί με αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση από τη ρύθμιση αυτή άλλη κατηγορία, για την οποία συντρέχει ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος ευνοϊκής μεταχειρίσεως, η διάταξη που εισάγει τη δυσμενή αυτή διάκριση είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική. Προς αποκατάσταση δε της συνταγματικά επιβαλλόμενης ισότητας, πρέπει να εφαρμοστεί η διάταξη που ισχύει για την κατηγορία υπέρ της οποίας θεσπίστηκε η ειδική ρύθμιση και σε εκείνη την κατηγορία προσώπων, σε βάρος των οποίων έγινε η δυσμενής διάκριση, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αίρεται η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την παραβίαση της ανωτέρω αρχής (Ολ ΑΠ 19/2004). Περαιτέρω, με την 2031795/3603/0022/31-5-1994 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ Β' 440/1994), η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 7 παρ. 2 της 88555/30-9/1988 κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως, Εσωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας "Υγιεινή και ασφάλεια του Προσωπικού του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ" (ΦΕΚ Β' 721/4-10-1988), που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν.1836/1989 και άρχισε να ισχύει από 1-6-1994, ορίστηκε ότι, στους υπαλλήλους του Υπουργείου Αιγαίου, ανεξάρτητα από τη σχέση εργασίας τους, εφόσον και για όσο χρόνο υπηρετούν στην έδρα του Υπουργείου αυτού (Μυτιλήνη), χορηγείται κατά μήνα ειδικό επίδομα οριζόμενο σε δεκαοκτώ χιλιάδες (18.000) δραχμές, ως κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής τους στις Υπηρεσίες του ανωτέρω Υπουργείου, λόγω των συνθηκών εργασίας τους και ότι η απόφαση αυτή δεν ισχύει για υπαλλήλους οπωσδήποτε αποσπασμένους σε υπηρεσίες εκτός νήσων του Αιγαίου. Το ποσό του ανωτέρω επιδόματος αυξήθηκε στη συνέχεια με την 2029401/4497/0022/30-4-1996 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β' 329/13-5-1996) και ορίστηκε από 1-7-1996 σε είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) δραχμές. Εξάλλου, με το άρθρο 1 του Π.Δ. 1/1986 ορίσθηκε ότι στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Αιγαίου που εδρεύει στη Μυτιλήνη, υπάγονται οι Νομοί Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων, ενώ με το άρθρο 2 του ίδιου Π.Δ καθορίστηκαν οι αρμοδιότητες του Υπουργείου αυτού, στις οποίες ανήκουν η ενεργοποίηση και εναρμόνιση της κυβερνητικής πολιτικής στην περιφέρεια του και ο συντονισμός των φορέων κρατικής δραστηριότητας για την άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή της, η μελέτη και εισήγηση στην Κυβέρνηση των αναγκαίων μέτρων για την επίλυση των προβλημάτων που συνδέονται με τον χώρο του Αιγαίου, η ανάδειξη και προβολή της αιγαιοπελαγίτικης πολιτιστικής παράδοσης, η κατάρτιση περιφερειακών προγραμμάτων με σκοπό την ανάπτυξη και αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και γενικά την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής και πνευματικής ανάπτυξης της περιφέρειας του Υπουργείου, η κατάρτιση αυτοτελών ετήσιων ή πολυετών προγραμμάτων δημοσίων επενδύσεων, η παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών για την εκπόνηση τουριστικών προγραμμάτων και η μελέτη, οργάνωση και συντονισμός της δράσης των υπηρεσιών για την ασφάλεια του θαλασσίου χώρου του Αιγαίου. Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 64 παρ. 1 του Ν.1943/1991, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 2085/1992, ορίζεται ότι με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών, καθορίζονται περιοχές της Χώρας ως προβληματικές λόγω ιδιαιτεροτήτων από άποψη, ιδίως, συνθηκών διαβίωσης, επικοινωνίας ή στέγασης και ότι αυτές διακρίνονται σε κατηγορία Α' ή Β', ανάλογα με τον βαθμό προβληματικότητάς τους. Τέλος, με τη ΔΙΔΑΔ/Φ.50/265/29847/30-10-1992 (ΦΕΚ Β/11-11-1992) κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου, ο Νομός Λέσβου καθορίστηκε ως προβληματική περιοχή Α' κατηγορίας. Από τις παραπάνω διατάξεις και ιδίως από την κοινή υπουργική απόφαση, με την οποία χορηγήθηκε το προαναφερόμενο επίδομα μόνο στους υπαλλήλους του Υπουργείου Αιγαίου που υπηρετούν στη Μυτιλήνη, ενώ εξαιρέθηκαν από την καταβολή του οι υπάλληλοι του ίδιου Υπουργείου που υπηρετούν σε περιοχές εκτός των νήσων του Αιγαίου, συνάγεται ότι το επίδομα αυτό θεσπίστηκε ως κίνητρο για την προσέλκυση και παραμονή των υπαλλήλων του Υπουργείου Αιγαίου στην παραμεθόρια περιοχή της Μυτιλήνης, η οποία έχει χαρακτηριστεί, εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσης, επικοινωνίας και στέγασης που επικρατούν σε αυτή, ως προβληματική περιοχή Α' κατηγορίας. Εξάλλου, το προαναφερόμενο επίδομα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνάπτεται με τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους του
Υπουργείου αυτού και τούτο διότι δεν χορηγήθηκε σε όλους, αλλά μόνο σε όσους υπηρετούν στη Μυτιλήνη, ενώ με το ΠΔ 1/1986 δεν διαφοροποιούνται τα καθήκοντα των τελευταίων έναντι των αυτών συναδέλφων τους, οι οποίοι υπηρετούν σε άλλες περιοχές.

   Συνεπώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω και δεδομένου ότι στην προαναφερόμενη υπουργική απόφαση δεν προσδιορίζεται ειδικότερα η έννοια των συνθηκών με τις οποίες προσφέρουν την εργασία τους οι ανωτέρω υπάλληλοι ούτε αναφέρεται ότι η τελευταία παρέχεται υπό ιδιαίτερες συνθήκες, το επίδομα αυτό χορηγήθηκε αποκλειστικά ως κίνητρο για την προσέλκυση και εγκατάσταση υπαλλήλων στην πιο πάνω παραμεθόρια περιοχή. Επομένως, η μη χορήγησή του στους υπαλλήλους άλλων Υπουργείων, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, οι οποίοι διέπονται από το ίδιο με τους υπαλλήλους του Υπουργείου Αιγαίου μισθολογικό καθεστώς του Ν. 1505/1984 και υπηρετούν κάτω από τις ίδιες συνθήκες, δηλαδή στην πόλη της Μυτιλήνης, στην ευρύτερη περιοχή του Νομού Λέσβου ή σε παραμεθόριες νήσους που εντάσσονται στη χωρική αρμοδιότητα του Υπουργείου Αιγαίου και έχουν χαρακτηριστεί, όπως ο νομός Λέσβου, ως προβληματικές περιοχές κατηγορίας Α', συνιστά άνιση μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις ίδιες συνταγματικές εγγυήσεις. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι εκ των υστέρων ο νομοθέτης, με το άρθρο 10 παρ. 4 του Ν. 2470/97 "Αναμόρφωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης και άλλες συναφείς διατάξεις", κατάργησε το προαναφερόμενο επίδομα και με το άρθρο 8 παρ. 5 του ίδιου νόμου, χορήγησε επίδομα προβληματικών και παραμεθόριων περιοχών σε όλους τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ που υπηρετούν σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ως προβληματικές και παραμεθόριες. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Μυτιλήνης, που δίκασε ως Εφετείο, δέχθηκε τα ακόλουθα: Οι ενάγοντες καί ήδη αναιρεσίβλητοι, είναι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης του Νομού Λέσβου, που εδρεύει στη Μυτιλήνη και συνδέονται με αυτήν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου, υπηρετούσαν δε συνεχώς στην παραπάνω υπηρεσία, ο πρώτος από τις 15-3-1995 έως τις 31-12-1996 και η δεύτερη από τις 1-6-1994 έως τις 31-12-1996. Κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα οι ενάγοντες δεν λάμβαναν το χορηγούμενο ως κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής τους στις Υπηρεσίες του ανωτέρω Υπουργείου, λόγω των συνθηκών εργασίας τους, προαναφερόμενο ειδικό επίδομα, το οποίο ανερχόταν σε 18.000 δραχμές μηνιαίως από τη 1-6-1994 και σε 25.000 δραχμές μηνιαίως από τη 1-7-1996. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Πολυμελές Πρωτοδικείο έκρινε ότι η μη χορήγηση στους αναιρεσιβλήτους του επιδόματος αυτού συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή σε βάρος τους διάκριση έναντι των υπαλλήλων του Υπουργείου Αιγαίου και για την άρση της ανισότητας αυτής πρέπει και αυτοί να λάβουν το παραπάνω επίδομα. Με την κρίση του αυτή δεν παραβίασε τις διατάξεις που προεκτέθηκαν και επομένως είναι αβάσιμος ο περί του αντιθέτου από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, παραπεμφθείς στην Ολομέλεια, μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως.
   Κατ' ακολουθίαν πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, μειωμένα όμως, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ.1 του ν.3693/1957, όπως η παράγραφος αυτή ισχύει μετά την υπ' αριθμ. 134423/8-12-1992 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ Β' 11/20-1-1993), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 12 του ν.1738/1987.

   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
   Απορρίπτει την από 4 Ιανουαρίου 2002 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της υπ' αριθμ. 50/2001 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μυτιλήνης.
   Καταδικάζει το αναιρεσείον στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων τα οποία ορίζει σε τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.
   Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου 2009.
   Δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις 24 Σεπτεμβρίου 2009.